Οι βακτηριακές λοιμώξεις συνοδεύουν την ανθρωπότητα από την απαρχή της ύπαρξής της. Παρά την τεράστια πρόοδο στην ιατρική και στην αντιβιοτική θεραπεία, παραμένουν μία από τις κυριότερες αιτίες νοσηρότηταςκαι θνησιμότητας σε παγκόσμια κλίμακα.
Πολλές από αυτές τις λοιμώξεις μπορεί να είναι ήπιες και να αυτοπεριορίζονται, ενώ άλλες – απειλητικές για τη ζωή, ιδιαίτερα σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς.
Για τη σωστή διάγνωση, πρόληψη και θεραπεία είναι σημαντικό να γνωρίζουμε τα είδη των βακτηριακών λοιμώξεων, τα συμπτώματά τους και τους βασικούς παράγοντες κινδύνου.
Τι είναι η βακτηριακή λοίμωξη;

Η βακτηριακή λοίμωξη προκύπτει όταν παθογόνα βακτήρια εισέλθουν στον οργανισμό, αποικίσουν συγκεκριμένους ιστούς και αρχίσουν να πολλαπλασιάζονται, προκαλώντας φλεγμονώδη αντίδραση.
Αυτοί οι μικροοργανισμοί μπορούν να εισέλθουν μέσω του δέρματος, του αναπνευστικού συστήματος, του πεπτικού σωλήνα, του ουροποιητικού ή του αίματος.
Δεν είναι όλα τα βακτήρια παθογόνα — το ανθρώπινο σώμα φιλοξενεί τρισεκατομμύρια ωφέλιμα βακτήρια, κυρίως στο έντερο, αλλά υπό ορισμένες συνθήκες ακόμη και αυτά μπορούν να προκαλέσουν ασθένεια.
Είδη βακτηριακών λοιμώξεων στους ανθρώπους και τα συμπτώματά τους
Οι βακτηριακές λοιμώξεις μπορούν να επηρεάσουν σχεδόν κάθε σύστημα του ανθρώπινου σώματος – από το δέρμα και το αναπνευστικό μέχρι το αίμα και τα εσωτερικά όργανα. Ορισμένες είναι ήπιες και ανταποκρίνονται εύκολα στη θεραπεία, ενώ άλλες μπορεί να είναι σοβαρές ή απειλητικές για τη ζωή.
Τα συμπτώματα ποικίλλουν ανάλογα με το σύστημα που προσβάλλεται, το είδος του βακτηρίου και τη γενική κατάσταση του οργανισμού.
Παρακάτω θα εξετάσουμε τα κύρια είδη βακτηριακών λοιμώξεων και πώς εκδηλώνονται.
Λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος
Οι πιο συχνοί βακτηριακοί αιτιολογικοί παράγοντες των λοιμώξεων του αναπνευστικού είναι τα Streptococcus pneumoniae, Haemophilus influenzae και Mycoplasma pneumoniae.
Μπορούν να προκαλέσουν ιγμορίτιδα, αμυγδαλίτιδα, βρογχίτιδα ή πνευμονία. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν πόνο στο λαιμό, παραγωγικό ή ξηρό βήχα, πυρετό, δύσπνοια και πόνο στο στήθος κατά τη βαθιά εισπνοή.
Λοιμώξεις του ουρογεννητικού συστήματος

Οι λοιμώξεις του ουροποιητικού είναι ιδιαίτερα συχνές στις γυναίκες και προκαλούνται συνήθως από βακτήρια όπως το Escherichia coli. Οδηγούν σε συχνουρία, κάψιμο κατά την ούρηση, πόνο στην κάτω κοιλιακή χώρα ή στη μέση και θολά ούρα.
Σε περίπτωση επιπλοκών, η λοίμωξη μπορεί να φτάσει στους νεφρούς, προκαλώντας ρίγη και έντονο πόνο.
Λοιμώξεις του πεπτικού συστήματος
Η σαλμονέλα, η σιγκέλα, το καμπυλοβακτήριο και ορισμένα στελέχη της E. coli είναι μεταξύ των πιο συχνών βακτηριακών αιτιών γαστρεντερικών διαταραχών.
Η μόλυνση συνήθως προκύπτει από μολυσμένα τρόφιμα ή νερό. Εκδηλώνεται με κοιλιακό άλγος, διάρροια (μερικές φορές με αίμα), εμετούς και πυρετό.
Λοιμώξεις του δέρματος και των τραυμάτων
Βακτήρια όπως το Staphylococcus aureus (συμπεριλαμβανομένων των ανθεκτικών στη μεθικιλλίνη στελεχών – MRSA) και το Streptococcus pyogenes προκαλούν δερματικές λοιμώξεις όπως δοθιήνες, μολυσματικό κηρίο, κυτταρίτιδα ή αποστήματα.
Τα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν ερυθρότητα, πόνο, οίδημα, θερμότητα και παρουσία πύου. Σε βαθύτερες λοιμώξεις ενδέχεται να παρουσιαστεί και γενική κακουχία ή πυρετός.
Μηνιγγίτιδα και λοιμώξεις του κεντρικού νευρικού συστήματος

Η βακτηριακή μηνιγγίτιδα είναι μια σοβαρή κατάσταση κατά την οποία φλεγμαίνουν οι μήνιγγες του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού. Προκαλείται συχνότερα από τα Neisseria meningitidis, Streptococcus pneumoniae ή Haemophilus influenzae τύπου b.
Εκδηλώνεται με αιφνίδιο πονοκέφαλο, αυχενική δυσκαμψία, υψηλό πυρετό, εμετό, σύγχυση και φωτοευαισθησία. Απαιτεί άμεση ιατρική παρέμβαση.
Σεξουαλικώς μεταδιδόμενες βακτηριακές λοιμώξεις
Η σύφιλη, η γονόρροια και τα χλαμύδια είναι από τις πιο διαδεδομένες βακτηριακές ασθένειες που μεταδίδονται σεξουαλικά. Συχνά είναι ασυμπτωματικές, ιδιαίτερα στις γυναίκες, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο επιπλοκών όπως στειρότητα ή βλάβη του εμβρύου κατά την εγκυμοσύνη. Όταν εμφανίζονται συμπτώματα, μπορεί να υπάρξει έκκριση, πόνος κατά την ούρηση ή εξανθήματα.
Σήψη και συστηματικές λοιμώξεις
Όταν η βακτηριακή λοίμωξη εξαπλωθεί στο αίμα, μπορεί να προκαλέσει σήψη – μια κατάσταση απειλητική για τη ζωή.
Οι πιο συχνοί υπεύθυνοι είναι τα Gram-αρνητικά βακτήρια, οι σταφυλόκοκκοι και οι στρεπτόκοκκοι. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν υψηλό πυρετό ή υποθερμία, ταχυκαρδία, χαμηλή αρτηριακή πίεση, σύγχυση και δύσπνοια. Σε περίπτωση υποψίας, απαιτείται άμεση δράση.
Παράγοντες κινδύνου και πρόληψη βακτηριακών νοσημάτων

Οι βακτηριακές λοιμώξειςμπορούν να επηρεάσουν οποιονδήποτε άνθρωπο, ωστόσο υπάρχουν συγκεκριμένοι παράγοντες που αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο μόλυνσης, επιπλοκών και επανεμφάνισης της νόσου.
Από την άλλη πλευρά, ένα μεγάλο μέρος αυτών των λοιμώξεων μπορεί να προληφθεί με απλά αλλά συνεπή μέτρα στην καθημερινή ζωή, καθώς και με συνειδητή συμπεριφορά σε καταστάσεις κινδύνου.
Παράγοντες κινδύνου
Καθοριστικό ρόλο παίζει η κατάσταση του ανοσοποιητικού συστήματος. Άτομα με κατασταλμένο ανοσοποιητικό, όπως εκείνα με λοίμωξη HIV, ασθενείς που υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία ή ανοσοκατασταλτική αγωγή, καθώς και άτομα με χρόνιες αυτοάνοσες παθήσεις, είναι ιδιαίτερα ευάλωτα. Σε αυτούς ακόμη και ήπιες βακτηριακές λοιμώξεις μπορεί να εξελιχθούν σοβαρά.
Ένας ακόμη σημαντικός παράγοντας κινδύνου είναι η κακή προσωπική και οικιακή υγιεινή– η μη τήρηση καθαριότητας πριν από το φαγητό, η έλλειψη υγιεινής κατά την προετοιμασία των τροφών ή οι ανθυγιεινές συνθήκες υγιεινής.
Οι ιατρικές διαδικασίες επίσης δημιουργούν ευκαιρίες για τη διείσδυση βακτηρίων, ειδικά όταν υπάρχουν καθετήρες, ενδοφλέβιες γραμμές, μετά από χειρουργικές επεμβάσεις ή κατά τη διάρκεια παρατεταμένης νοσηλείας.
Ο κίνδυνος μόλυνσης αυξάνεται και με τα συχνά ταξίδια σε περιοχές με υψηλή συχνότητα βακτηριακών νοσημάτωνή σε ζώνες με χαμηλό επίπεδο υγειονομικών υποδομών. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ο κίνδυνος προέρχεται από μολυσμένο νερό, τρόφιμα ή επαφή με τοπικές πηγές μόλυνσης.
Η επαφή με άτομο που πάσχει ή με επιφάνειες που φέρουν βακτήρια μπορεί επίσης να οδηγήσει σε μόλυνση – ιδιαίτερα σε οικογενειακό, σχολικό ή νοσοκομειακό περιβάλλον.
Πρόληψη
Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος πρόληψης είναι η καλή προσωπική υγιεινή. Τα χέρια πρέπει να πλένονται τακτικά με σαπούνι – ιδιαίτερα πριν από το φαγητό, μετά τη χρήση της τουαλέτας και κατά την επιστροφή στο σπίτι. Η απολύμανση των επιφανειών, η καλή υγιεινή των τροφίμων και το καθαρό πόσιμο νερό είναι επίσης καθοριστικής σημασίας.
Μετά από αγωγή με αντιβιοτικά, συνιστάται η λήψη προβιοτικών ή τροφών πλούσιων σε ζωντανές καλλιέργειες, για την αποκατάσταση της φυσιολογικής εντερικής μικροχλωρίδας και τη μείωση του κινδύνου λοιμώξεων όπως το Clostridioides difficile.
Η πρόληψη περιλαμβάνει και την υπεύθυνη χρήση των αντιβιοτικών. Δεν πρέπει να λαμβάνονται σε ιογενείς λοιμώξεις, χωρίς ιατρική συνταγή ή σε συντομευμένες αγωγές, καθώς αυτό οδηγεί σε αντοχή στα αντιβιοτικά – ένα παγκόσμιο πρόβλημα της σύγχρονης ιατρικής.
Τέλος, υπάρχουν εμβόλια κατά ορισμένων από τους πιο επικίνδυνους βακτηριακούς παθογόνους μικροοργανισμούς – πνευμονιόκοκκοι, μηνιγγιτιδόκοκκοι, Haemophilus influenzae τύπου b και Bacillus anthracis. Ο εμβολιασμός είναι ιδιαίτερα σημαντικός για τα παιδιά, τους ηλικιωμένους και τα άτομα με χρόνιες παθήσεις.
Μορφές θεραπείας
Η θεραπεία της βακτηριακής λοίμωξης εξαρτάται από τον εντοπισμό, τη σοβαρότητα και το είδος του αιτιολογικού παράγοντα. Τα αντιβιοτικά παραμένουν το κύριο μέσο, ωστόσο η αντοχή αποτελεί σοβαρό παγκόσμιο ζήτημα.
Γενικές οδηγίες:
-
Χρήση στοχευμένου αντιβιοτικού (μετά από αντιβιόγραμμα)
-
Υποστηρικτική αγωγή (ενυδάτωση, αντιπυρετικά, ανοσοενισχυτικά)
-
Σε σοβαρές περιπτώσεις – νοσοκομειακή θεραπεία με ενδοφλέβια αντιβιοτικά
Σε ορισμένες περιπτώσεις χρησιμοποιούνται βακτηριοφάγοι ή εφαρμόζονται χειρουργικές μέθοδοι για την παροχέτευση αποστημάτων.
Πότε να συμβουλευτείτε γιατρό;

Δεν απαιτούν όλες οι βακτηριακές λοιμώξεις άμεση ιατρική παρέμβαση — ήπιες περιπτώσεις όπως επιφανειακές λοιμώξεις ή κρυολογήματα με βακτηριακό παράγοντα συχνά μπορούν να αντιμετωπιστούν με κατ’ οίκον θεραπεία και ξεκούραση.
Ωστόσο, υπάρχουν καταστάσεις στις οποίες η καθυστέρηση της επίσκεψης σε γιατρό μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές για την υγεία.
Συνιστάται να απευθυνθείτε σε γιατρό σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
-
Υψηλός πυρετός:Αν η θερμοκρασία σας υπερβαίνει τους 38,5°C και διαρκεί περισσότερο από τρεις ημέρες παρά τη λήψη αντιπυρετικών, αυτό υποδηλώνει ότι ο οργανισμός αντιμετωπίζει σοβαρότερη λοίμωξη και απαιτείται ιατρική εκτίμηση.
-
Πυώδεις εκκρίσεις:Έχετε πυώδεις ή αιματηρές εκκρίσεις από τη μύτη, το αυτί, κάποια πληγή ή το ουροποιητικό. Αυτό μπορεί να υποδεικνύει σοβαρή βακτηριακή λοίμωξη που χρειάζεται ειδική θεραπεία, συνήθως με αντιβιοτικά.
-
Γενική επιδείνωση της κατάστασης: Έντονη κόπωση, σύγχυση, απώλεια όρεξης ή συνείδησης μπορεί να υποδηλώνουν ότι η λοίμωξη εξαπλώνεται συστηματικά. Αυτά τα συμπτώματα είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά σε παιδιά, ηλικιωμένους και άτομα με χρόνιες παθήσεις.
-
Έντονος πόνος:Ο έντονος πόνος, η ερυθρότητα και το οίδημα σε κάποια περιοχή (όπως άκρο, λαιμός, κοιλιά) μπορεί να είναι σημάδι πυώδους φλεγμονής, αποστήματος ή ακόμη και σοβαρής λοίμωξης των μαλακών ιστών, που απαιτεί άμεση θεραπεία, ενίοτε και χειρουργική.
-
Έναρξη αντιβιοτικής αγωγής χωρίς βελτίωση: Αν έχει ήδη ξεκινήσει αντιβιοτική αγωγή αλλά δεν υπάρχει βελτίωση εντός 48–72 ωρών, αυτό μπορεί να οφείλεται σε ανθεκτικό μικροοργανισμό, λανθασμένη διάγνωση ή ανάγκη για πρόσθετη θεραπεία. Σε αυτή την περίπτωση απαιτείται νέα ιατρική εκτίμηση.
Συνοψίζοντας: Να συμβουλεύεστε πάντα ιατρό όταν η λοίμωξη εξελίσσεται ασυνήθιστα, όταν τα συμπτώματα επιμένουν ή είναι σοβαρά και σε κάθε περίπτωση που υποψιάζεστε ότι η κατάστασή σας επιδεινώνεται.
Συχνές ερωτήσεις

Μπορεί μια ιογενής λοίμωξη να επιπλακεί με βακτηριακή;
Συχνά οι ιοί δημιουργούν συνθήκες για δευτερογενή βακτηριακή λοίμωξη – για παράδειγμα, μετά από γρίπη μπορεί να ακολουθήσει βακτηριακή πνευμονία.
Τι είναι το αντιβιόγραμμα και γιατί είναι σημαντικό;
Το αντιβιόγραμμα καθορίζει την ευαισθησία ενός βακτηρίου σε διάφορα αντιβιοτικά, επιτρέποντας την επιλογή της πιο αποτελεσματικής θεραπείας.
Πόσο διαρκεί η θεραπεία των βακτηριακών λοιμώξεων;
Εξαρτάται από τη βαρύτητα και το είδος – από 5 έως 7 ημέρες σε ήπιες ουρολοιμώξεις έως και αρκετές εβδομάδες σε σοβαρές ή χρόνιες λοιμώξεις όπως η οστεομυελίτιδα.
Γιατί δεν πρέπει να διακόπτεται η αντιβιοτική αγωγή πρόωρα;
Η πρόωρη διακοπή της θεραπείας μπορεί να οδηγήσει σε υποτροπή και στην ανάπτυξη ανθεκτικότητας των βακτηρίων.
Πηγές:
Αφήστε σχόλιο